Τσέχοφ, Άντον Πάβλοβιτς

Τσέχοφ, Άντον Πάβλοβιτς
(Τανγκανρόγκ 1860 – Μπαντενβάιλερ, Γερμανία 1904). Ρώσος διηγηματογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Γιος μικρεμπόρου και εγγονός πρώην δουλοπάροικου, πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια. Φοίτησε στο δημοτικό σχολείο και στο γυμνάσιο της γενέτειράς του. Οι οικονομικές ατυχίες του πατέρα του ανάγκασαν την οικογένεια να εγκατασταθεί αλλού. Σε ηλικία είκοσι ετών ο Τ. πήγε και συνάντησε τους δικούς του στη Μόσχα, όπου φοίτησε στην εκεί ιατρική σχολή. Παράλληλα δημοσίευσε διηγήματα και σατιρικά σχεδιάσματα σε χιουμοριστικές εφημερίδες, υπογράφοντάς τα με αλλόκοτα ψευδώνυμα, όπως «ο αδελφός του αδελφού μου», «ένας γιατρός χωρίς πελατεία» ή υιοθετώντας για λόγους πρόκλησης το παρατσούκλι Αντόσα Τσεχόντε, που του είχε δοθεί στο γυμνάσιο από τον καθηγητή των θρησκευτικών. Μια γρήγορη επιτυχία σημείωσε το 1884 με τη συλλογή διηγημάτων του Παραμύθια της Μελπομένης. Σε σύντομο διάστημα μπόρεσε να αφήσει το ιατρικό επάγγελμα και να αφοσιωθεί αποκλειστικά στη λογοτεχνία. Τρία χρόνια αργότερα τιμήθηκε με το βραβείο Πούσκιν για τη συλλογή διηγημάτων του Στο σούρουπο. Η φήμη του μεγάλωνε από το ένα βιβλίο στο άλλο: οι ήρωες των έργων του, παρμένοι με χρονικογραφική πιστότητα από τα καθημερινά γεγονότα, αποτελούσαν υποδειγματική αξία για πολλούς σύγχρονους αναγνώστες του, που έβλεπαν να αντικαθρεφτίζεται σε αυτούς το απελπιστικό βάλτωμα της Ρωσίας που συνθλιβόταν τότε από την αυταρχικότητα του Αλεξάνδρου Γ’ και του συμβούλου του Πομπιεντονόστσεφ, αρχηγού της Ιεράς Συνόδου. Δημόσιοι υπάλληλοι και μικροϋπάλληλοι της επαρχίας, έμποροι, δάσκαλοι, παπάδες ή αξιωματικοί της αστυνομίας ζωντάνευαν μέσα στα διηγήματα του T., τυλιγμένοι μέσα σε αυτή τη σκιερή ατμόσφαιρα που ήταν το φυσικό τους στοιχείο. Στην αρχή, ο συγγραφέας περιορίστηκε στο να γελοιογραφεί τα μικροσυμβάντα του ανώνυμου αυτού κόσμου, κρυφά πάθη ή ανόητες μεγαλομανίες, θλιβερές συζυγικές απιστίες των γυναικών της μικροαστικής τάξης, μικροδιαφθορές κατώτερων δημοσίων υπαλλήλων. Αλλά η τέχνη του, παρ’ όλο που μένει πιστή σε κάποια ουσιαστικά θέματα, βρίσκεται σε διαρκή εξέλιξη. Το 1888 ξαφνιάζει το κοινό με το μεγάλο του διήγημα Η στέπα. Στη λυρικο-περιγραφική αλληγορία της στέπας, που, πνιγμένη στην αφόρητη ζέστη, «λυπάται τον ίδιο τον εαυτό της», οι κριτικοί αναγνώρισαν μια καινούργια και αποκαρδιωτική συμβολική εικόνα της ρωσικής ζωής. Στην ίδια περίοδο ο T., που είχε ήδη εξασκηθεί στο γράψιμο θεατρικών έργων, έγραψε (1887) το δράμα Ιβάνοφ, που ανεβάστηκε με επιτυχία. Ξαναπαρουσιάζοντας την παραβολή ενός ανθρώπου που έχει στεγνώσει από τις ήττες και φτάνει έως την αυτοκτονία ύστερα από εναλλαγές αποτυχιών και παράλογων ελπίδων, ο συγγραφέας παρουσίαζε πρωτότυπες σκηνικές συλλήψεις, με την ικανότητα που είχε να μεταμορφώνει ατμόσφαιρες και ψυχικές καταστάσεις σε θεατρικές αξίες. Ακολούθησαν χρόνια αποφασιστικής σημασίας για την ωρίμαση της προσωπικότητάς του. Το 1890 επισκέφθηκε στη νήσο Σαχαλίνη το στρατόπεδο των εξορίστων και στην επιστροφή του έγραψε σχετικά με αυτό το ταξίδι μια έκθεση που έμεινε ονομαστή. Ύστερα από την εμπειρία του αυτή και άλλες παρόμοιες, επανεξέταζε τις περασμένες αντιλήψεις του και απομακρυνόταν από τις αντινοησιαρχικές θεωρίες και από το δόγμα της παθητικότητας του Τολστόι. Εκδήλωσε αγωνιώδες ενδιαφέρον για τα κοινωνικά προβλήματα. «Μεγαλύτερη ανθρωπιά υπάρχει στον ηλεκτρισμό και στον ατμό παρά στην αγνότητα και στις θεωρίες της φυτοφαγίας» διακήρυσσε. Έτσι, παίρνει καινούργιες πρωτοβουλίες, αγοράζει ένα μικρό αγρόκτημα στο Μελίχοβο, κι εκεί χτίζει σχολεία, φτιάχνει δρόμους, γιατρεύει τους χωρικούς πολεμώντας την επιδημία της χολέρας. Η πυρετική αυτή δραστηριότητα σταμάτησε μόνο όταν η επισφαλής υγεία του, που είχε ήδη υπονομευτεί από τις στερήσεις της παιδικής ηλικίας, επιδεινώθηκε. Από το 1897 παρουσιάζει μια προοδευτική πτώση. Υποφέροντας από φυματίωση, αναγκάζεται να μείνει για πολύ καιρό στην Κριμαία ή στην Κυανή Ακτή. Το 1901 παντρεύεται την ηθοποιό Όλγα Κνίπερ. Μέλος της ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών από το 1889, παραιτείται το 1902, διαμαρτυρόμενος για τον αποκλεισμό του Γκόρκι. Λίγο αργότερα φεύγει στο εξωτερικό για μια τελευταία περίοδο νοσηλείας· δεν ξαναγύρισε στην πατρίδα του. Η στροφή του 1890 αντικαθρεφτίζεται βαθιά και στο έργο του συγγραφέα. Η αφήγησή του απογυμνώνεται από τους παιχνιδιάρικους και ειρωνικούς τόνους, έτοιμη να επηρεαστεί από τη μελαγχολία των διαφόρων ανθρώπινων καταστάσεων. Ο ρεαλισμός του στηρίζεται όλο και πιο συχνά σε ψυχολογικά δεδομένα και σε δραματικά περιεχόμενα και αγγίζει από κοντά τις καταστρεπτικές και αρνητικές όψεις της μελαγχολικής μικροαστικής μετριότητας. Στο πλαίσιο της αναζήτησης αυτής, ένας από τους στόχους που πέτυχε θεωρείται το έργο του Θάλαμος No 6 (1892), όπου ένας γιατρός, κλεισμένος μέσα στον ανίσχυρο ιδεαλισμό του, αποξεχνιέται στη σφαίρα της αιώνιας ομορφιάς, ενώ οι άρρωστοί του πεθαίνουν στο νοσοκομείο, απ’ όπου λείπει και ο πιο στοιχειώδης εξοπλισμός. Ανάλογα μοτίβα υπάρχουν και στα έργα Η ζωή μου (1896), Χωρικοί (1897), Τα φραγκοστάφυλα (1898), Στο φαράγγι (1900), Η μνηστή (1903), για να αναφερθούν μερικά από τα πολυάριθμα διηγήματα που έγραψε. Στα θεατρικά του έργα, που σιγά σιγά τον καθιέρωσαν ως έναν από τους μεγαλύτερους θεατρικούς συγγραφείς, ο Τ. παρουσιάζει κι εκεί την αντίθεση μεταξύ του υπέρτατου ιδεώδους και μιας πραγματικότητας που καταλήγει σε απάθεια ή στείρες ελπίδες. Ο γλάρος (1896), Ο θείος Βάνιας (1897), Οι Τρεις αδελφές (1901), Ο Βυσσινόκηπος (1903), είναι από τα έργα, που –αφού ξεπεράστηκε ο δισταγμός που είχε δημιουργήσει στο κοινό η καινοτομία– είχαν θριαμβευτική επιτυχία, ιδιαίτερα στις ερμηνείες του Θεάτρου Τέχνης της Μόσχας, που είχαν ιδρύσει ο Στανισλάφσκι και ο Νεμιρόβιτς Ντάντσενκο. Και στο θέατρο οι δραματικές συγκρούσεις είναι φαινομενικά εκτονωμένες. Η δράση, αργή και ανελέητη, εξελίσσεται βαθμιαία σε ψυχολογικές ατμόσφαιρες που δημιουργούν μια αντίστιξη με τις ατομικές και ομαδικές αποτυχίες των ηρώων. Σε αυτά τα λυρικά δράματα –όπως χαρακτηρίστηκαν– και στο εκτεταμένο πανόραμα των Διηγημάτων, οι ήρωες είναι σκλάβοι κοινωνικών σχημάτων και μηχανισμών, που τους στερούν τον αυθορμητισμό ή την ίδια την προσωπικότητά τους. Κλεισμένοι σε ένα τείχος εγωισμού, χάνουν κάθε δυνατότητα διαλόγου: είναι καταδικασμένοι στον μονόλογο. Ο Τ. δεν προτείνει λύσεις και γι’ αυτό μερικοί κριτικοί του έργου του, ιδιαίτερα ο Μιχαϊλόβσκι, τον κατηγόρησαν για «απάθεια», για «έλλειψη ηθικού κριτηρίου». Στην πραγματικότητα, η ανθρωπιστική και θετικιστική αισιοδοξία του Τ. διαφαίνεται από την ποιητική αξία που αποδίδει στον άνθρωπο, από τη διαρκή κατάφαση της ζωής, από τη διαψευσμένη στις προσδοκίες της αναζήτηση μιας ανανέωσης. Ακριβώς για τον λόγο αυτό, το έργο του επιδέχεται πολλαπλές ερμηνείες. Στις κοινωνικές απόψεις επέμειναν συχνά οι μεγαλύτεροι Ρώσοι κριτικοί, ενώ άλλοι υπογραμμίζουν την καθαρή αισθητική αξία της διηγηματογραφίας και του θεάτρου του Τ. Κάτι ανάλογο έγινε και με την άμεση κληρονομιά του, με την επίδραση που άσκησε σε διαφόρους συγγραφείς, όπως οι Ρώσοι Κούπριν, Μπούνιν, Φεντίν, Κατάγεφ, δίπλα στους οποίους τοποθετούνται στη Δύση τα ονόματα των Κάθριν Μάνσφιλντ, Κάθριν Αν Πόρτερ, Χεμινγουέι και άλλων. Το γραφείο του Ρώσου συγγραφέα Άντον Τσέχοφ στο σπίτι του στη Μόσχα. Ο Τσέχοφ, που γνώριζε την ελληνική, φοίτησε στην ιατρική σχολή της Μόσχας, αλλ’ επιδόθηκε με ιδιαίτερη επιτυχία στη λογοτεχνία και αναδείχτηκε κορυφαίος διηγηματογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Στα διηγήματα και στα θεατρικά του έργα ο Τσέχοφ έδωσε μια ειρωνική και οδυνηρή απεικόνιση της ρωσικής κοινωνίας της εποχής του.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”